Μες στα καλντερίμια σαν βραδιάζει
ένας ρημαγμένος όπου βρει πλαγιάζει.
Όλα τα ’χει χάσει, είναι πικραμένος
κι από μιαν αγάπη είναι προδομένος.
Το θολό μυαλό του ώρες δεν κοιμάται,
πίνει να ξεχάσει κι όμως τη θυμάται.
Μες στα καλντερίμια ξημερώνει,
ένας ρημαγμένος τα φτερά διπλώνει.
Κι έτσι ρημαγμένο τον χτυπάει τ’ αγιάζι
και ποιο θα ’ν’ το τέλος ούτε που τον νοιάζει.
Το θολό μυαλό του ώρες δεν κοιμάται,
πίνει να ξεχάσει κι όμως τη θυμάται.