Βαβυλώνα έχεις κοντά όλα τα παιδιά σου
και έχει φωτιά όταν τα βαστάς η αγκαλιά σου
για μια φορά ακόμη πονάνε απ’ τη χαρά σου
μα αυτά γουστάρουνε και πίνουν στην υγειά σου.
Όλοι μαζί μοιάζουν φίλοι κυνηγημένοι απο στοιχειά
χωρίς πατρίδα οι πιο πολλοί μα όλοι τριγύρω απ’ τη φωτιά
κι ένα σημάδι σαν μάνας χάδι
να κάνει ένα αυτούς που νιώθουν το σκοτάδι.
Ένας αλήτης χρωστά συγγνώμη στο όνειρο του
γι’ αυτό τώρα μιλάω για λογαριασμό του
όταν του κένταγα στο δέρμα το σημάδι αυτός γελούσε
μα όταν τον κοίταξα στα μάτια αλλού κοιτούσε.
Τώρα όμως ξέρω πως πονάει κι είναι μαγκιά του
αφού μαζί του σέρνω την κληρονομιά του
εγώ κι αυτός ας ήμαστε ένας στον καθρέφτη
μοιάζω φθηνός, θυμίζει κλέφτη.
Καλά όλα αυτά μα εγώ δεν ξέρω από τα λόγια
που βγαίνουν χύμα και τα ξερνάω στα υπόγεια
και το σημάδι φαίνεται στο πετσί μου
αφού η φωτιά έχει τελειώσει το κορμί μου.
Για πες μου ποιος τον δρόμο μου θα κλείσει
να του αφήσω δώρο κάτι που δε θα σβήσει
ποτε ένα κομάτι απ’ την ψυχή μου
για να νιώσει λίγη ζέστη απ’ τη φυλή μου.
Ναι είμαστε εδώ για άλλη μια φορά σαν ένας κύκλος
σκόρπιες οι ψυχές μα καθεμιά μονάχη ένας κρίκος
σαν αλυσίδα είναι βαρύ το πεπρωμένο
ένα σημάδι απ’ τη φωτιά έχω χαραγμένο.
Δε θα μιλήσω για την πιο μεγάλη αγάπη
ούτε για τρέλα που πηγαίνει ασορτί με το χάπι
το άσπρο παλτό μου δε θα φορέσω για καλό μου
και δεν είναι ώρα για να ψάξω το μυαλό μου.
Είν’ το ρημάδι της φωτιάς το σημάδι
που μου κάνανε δώρο κάτι φίλοι ένα βράδυ
ευχαριστώ σας ρε παιδιά που με παίζετε και εμένα
κι ας έχω τόσα αποθυμένα.
Να σου και εγώ παιδί ντροπής και νιος βαρύς
και πιο πολύς από θεριό περιωπής
έχω κι εγώ σταμπαρισμένο το κορμί μου
με ότι διάλεξα να κουβαλάω μαζί μου.
Κάτι σαν ήλιος, σαν φλόγες, σαν δυο λέξεις
κι άμα φοβάσαι τη φωτιά δε θα τ’ αντέξεις
μα αν το κεφάλι εκεί βάζεις δε μασάμε
όλοι οι τρελοί να ξέρεις πάντα πως χωράμε.
Ναι είμαστε εδώ τα τερατόμορφα παιδιά σου
Βαβυλώνα άμα τρομάζεις τότε βιάσου
να αναστηθείς απ’ τη φωτιά δεν περιμένω
ένα σημάδι απ’ αυτή έχω στομ ώμο χαραγμένο.