Μέσα στο νερό, στο νερό χωρίς βυθό,
το αίμα μου κυλάει.
Του καημού, του καημού το μυστικό
η αμμουδιά κρατάει.
Ξέχασα πώς είν’ η αγάπη
των ανθρώπων η φωνή
κι ήρθε ένα μικρό καράβι
και μου πήρε την ψυχή.
Τ’ άλογο, τ’ άλογο το φτερωτό,
τον ήλιο κυνηγάει.
Καβαλάρης, καβαλάρης στραφτερός,
κρατάει το χαλινάρι.
Πάτησε την αμμουδιά μου,
έδιωξε την προσμονή,
φύσηξε τα κύματά μου
και εχάθηκε η αυγή...
Dieser text wurde 184 mal gelesen.