23 κόκκινα φῶτα οἱ βραδινοὶ στόχοι μου,
στόχοι τοῦ νοῦ καὶ στόχοι τοῦ ὅπλου.
Χαϊδεύω τὸ σκύλο, ρίχνω μία πέτρα, γεμίζω τὸ ὅπλο.
Σημαδεύω τὸ φεγγάρι, πέφτει τὸ φεγγάρι
καὶ τότε λέω το ῾ριξα ῾γώ, ὁ τρελὸς ὁ μανιακός.
Γύρω γύρω ὅλοι, δεμένοι μὲ σοῦστες,
φεύγουν ταξίδια, πᾶνε γιὰ μπάνιο
κι ἐγὼ στὴ μέση στημένος
ἐλέγχω τὸ δρόμο, ἐλέγχω τὶς πίστες,
στὴ μέση ἀρχηγός, ἐγώ, ὁ τρελὸς ὁ μανιακός.
Μὲ μάτια ποὺ καῖνε ἐλέγχω τὸ δρόμο, ἐλέγχω τὶς πίστες.
Ὁ ἥλιος βαράει κι ἡ ὥρα δὲν περνάει,
κι ἐγώ, στὴ μέση στημένος,
ἐλέγχω τὸ δρόμο, ἐλέγχω τὶς πίστες,
ἐγώ, ὁ τρελὸς ὁ μανιακός.
Τὸ κίτρινο αὐτοκίνητο μὲ θλίβει ἀφάνταστα
γιατὶ δὲν μπορῶ ποτὲ νὰ τὸ ἐλέγξω.
Πάντα τὸ ξεχνάω καὶ πάντα, πάντα περνάει
νὰ μοῦ φέρει τὴ θλίψη
καὶ τότε κλαίω, καὶ κλαίω πάντα,
ἐγώ, ὁ τρελός, μοναχός.