O ουρανός και λάμπει δίχως φεγγάρι
το ξωτικό δε μένει πια στο λυχνάρι
τον Αλλαντίν Χριστόφορο φωνάζουνε
Η σιωπή κρυμμένη εκεί στις παρόδους
άδειες ψυχές ζητάει και κάνει εφόδους
«esra τους λέει, τα πράγματα αλλάζουνε»
Κλειδωμένο φως στη χαραμάδα
κι ένα μπάσταρδο χωρίς μιλιά
τρεις αιώνες γράφει μια αράδα
escandum αρχαία μοναξιά
Μελανιά οκνή στάζει η σοφία
μια γυμνή αλήθεια ή μια ψευτιά
σε μια αιωρούμενη ανία
«escandum»μια λέξη απαντάει
Esra candam, esra candum
o χρόνος είναι απάτη
Esra candam, esra candum
και του γυρνώ τη πλάτη
Αχ παράξενο ταξίδι στο νερό
απ’ του βρέφους το παράθυρο
στήλη άλατος και εμπρός μου ο βυθός
και χάνομαι, και χάνομαι, και χάνομαι
Φάτσες πρόστυχες, μικρές κουκίδες
αναρρώνουν σε μικρά καφέ
έτσι που οι λάγνες τους κερκίδες
να στομώσουν από τα λαμέ
Μα εγώ είμαι μόνος μου, κι είμαι ομάδα
λέει κι απ’ τα ρούχα του έξω πετάει
γυμνούλης στης Μεσόγειου την αύρα
βουτάει και νιώθει όπως ο Αδαμ
Esra candam, esra candum
o χρόνος είναι απάτη
Esra candam, esra candum
και του γυρνώ τη πλάτη
Αχ παράξενο ταξίδι στο νερό
απ’ του βρέφους το παράθυρο
στήλη άλατος και εμπρός μου ο βυθός
και χάνομαι, και χάνομαι, και χάνομαι
Κι όλα αυτά Θησέως κι Αριστείδου
στο δυάρι πλάι στην αγορά
στον παράδρομο εκεί της Πίνδου
ανασαίνει δράκος με ουρά, ναι
Dieser text wurde 337 mal gelesen.