Για την πατρίδα μου μιλούσες κι έλεγες πολλά
και στα χέρια τη μετρούσες κι ήτανε ψιλά
κι ήρθε νύχτα, μες στην μπόρα ψάχνω να σε βρω
την ουρά σου μες στα σκέλια έκρυβες θαρρώ
Κύριε τάδε, πάλι μπροστά
παράσημα κουδουνιστά
η πατρίς σου ευγνωμονούσα
ενδοξότατε…
Κύριε τάδε, να ‘σαι καλά
και δε ρωτώ πολλά πολλά
και γελάω, πάντα γελούσα
εντιμότατε…
Τα φαρδιά σου τα μανίκια ήταν σιγουριά
για του άδικου την ώρα, για παρηγοριά
Κι ήρθαν νύχτα μες στην μπόρα, θάρρος για να βρω
την ουρά σου μες στα σκέλια έκρυβες θαρρώ