Βρε καλώστα τα παιδιά, τι χαμπάρια ρε μαγκίτια;
πιάσαν τίποτα τα δίχτυα, πώς τα πήγε η ψαριά;
βρέ καλώς τους φίλους μας, βγήκαν μόνο δυο χταπόδια
και θα πάμε με τα πόδια, πάλι για το σπίτι μας.
Άλλη μια ψαριά χαμένη,
μα η μέρα κερδισμένη.
Μα ήταν πρίμος ο καιρός, πού καλάρατε, βλαμάκια,
κι οι συρτές και τα καμάκια είναι ανέγγιχτα, μα πώς;
μας παρέσυρε η αυγή κι’ ένα φίνο ακρογιάλι,
και στην τόση παραζάλη, πιήκαμε κρασί πολύ.
Άλλη μια ψαριά χαμένη,
μα η μέρα κερδισμένη.
Βρέ καλώστα τα παιδιά, τι `ν’ αυτοί που `χουμε μπλέξει,
δεν τους νοιάζει αν θα βρέξει, ούτε κι η κακοκαιριά,
το καΐκι έγραφε, «τσούρμο άσωτων ψαράδων»,
του Αιγαίου, των Κυκλάδων, μα χρυσάφι έσταζε.